Πριν από μερικές μέρες οι New York Times δημοσίευσαν ένα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για τις επαναπροωθήσεις μεταναστών στο Αιγαίο.
Για όσους δεν έχουν παρακολουθήσει την υπόθεση, το ρεπορτάζ συνοδευόταν από ένα αποκλειστικό βίντεο που τραβήχτηκε στις 11 Απριλίου στη Λέσβο και παραχωρήθηκε στην αμερικανική εφημερίδα από Αυστριακό ακτιβιστή που ζει κι εργάζεται στο νησί τα τελευταία χρόνια. Σε αυτό αρχικά διακρίνεται ένα λευκό βαν χωρίς πινακίδες σε έναν μικρό όρμο με μια ξύλινη αποβάθρα. Εκεί άνδρες με καλυμμένα πρόσωπα επιβιβάζουν σε ένα ταχύπλοο 12 άτομα, ανάμεσα τους και παιδιά. Η συνέχεια δίνεται στα ανοιχτά της ακτής, όπου από το ταχύπλοο μεταφέρονται σε σκάφος του ελληνικού Λιμενικού Σώματος. Το οποίο τελικά τους αφήνει στη θάλασσα μέσα σε ένα μαύρο αντικείμενο.
Όπως εξηγεί η εφημερίδα, που έκανε τη σχετική ανάλυση στο βίντεο, βρισκόταν στα όρια των ελληνικών χωρικών υδάτων και τους έσπρωξε πίσω στη θάλασσα μέσα σε μια μαύρη φουσκωτή λέμβο. Ανάμεσα στους επιβαίνοντες ήταν και μια κοπέλα από τις περιοχές που ελέγχει η Αλ Κάιντα στη Σομαλία, με την οποία μίλησε η εφημερίδα και διηγήθηκε πως είχαν φτάσει στη Λέσβο με μια λέμβο διακινητών μία ημέρα νωρίτερα και είχαν περάσει τη νύχτα κρυμμένοι σε θάμνους πριν τους συλλάβουν.
Η μαρτυρία
Το δημοσίευμα στην ελληνική δημόσια σφαίρα δεν έγινε ιδιαίτερα μεγάλο θέμα. Αποφάσισε όμως να το αναδείξει η Κριστιάν Αμανπούρ στο CNN όπου έδωσε την πρώτη του συνέντευξη ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά τις εκλογές της περασμένης Κυριακής. Ο πρωθυπουργός που στο πρόσφατο παρελθόν έχει αρνηθεί κατηγορηματικά ότι οι ελληνικές αρχές έχουν κάνει επαναπροωθήσεις, απάντησε στην αμερικανίδα δημοσιογράφο ότι «παίρνω αυτό το περιστατικό πολύ σοβαρά», ότι δεν εγκρίνει τέτοιες πρακτικές κι ότι «ήδη ερευνάται». Η έρευνα, όπως έγινε γνωστό αργότερα, διεξάγεται από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας.
Στο μεταξύ, παρενέβη η αρμόδια επίτροπος της ΕΕ, Ίλβα Γιόχανσον, στέλνοντας επιστολή στην κυβέρνηση ζητώντας τη σοβαρή διερεύνηση του περιστατικού. Σε δηλώσεις της στο Politico επεσήμανε ότι «ήδη από το περασμένο καλοκαίρι μου είχαν υποσχεθεί ότι θα δημιουργήσουν ανεξάρτητο μηχανισμό παρακολούθησης που ακόμη δεν υπάρχει».
Η ΕΑΔ και το ΕΔΔΑ
Αφού συνοψίσαμε τα πρόσφατα, αξίζει να θυμηθούμε δυο ιστορίες από τα πρόσφατο παρελθόν.
Έχουν υπάρξει ξανά αποκαλυπτικά δημοσιεύματα, κάποια και με οπτικό υλικό, για τις βίαιες επαναπροωθήσεις στην Ελλάδα, στο Αιγαίο και στον Έβρο. Όπως και καταγγελίες ανθρωπιστικών οργανώσεων και της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ (που, όχι, δεν είναι ΜΚΟ). Επιπλέον, πέρσι, η ερευνητική ομάδα Lighthouse Reports, η γαλλική εφημερίδα Le Monde και το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel αποκάλυψαν το πόρισμα της έρευνας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης Απάτης (OLAF) για την παρουσία της ευρωπαικής συνοριοφυλακής Frontex στην Ελλάδα, όπου στελέχη της παραδέχτηκαν τη συγκάλυψη των pushbacks. Το αποτέλεσμα ήταν το ξήλωμα του διοικητή της Frontex, Φαμπρίς Λετζέρι, στον οποίο το ελληνικό κράτος είχε απονείμει και τιμητικό βραβείο.
Υπό την πίεση των ευρωπαϊκών αρχών, λοιπόν, ανατέθηκε στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας να κάνει τη σχετική έρευνα. Στην 190 σελίδων έκθεση της, που δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 2022, η Αρχή δεν είχε ούτε αναφορά στο πόρισμα του OLAF. Όμως κατέληξε ότι «δεν βρήκε τίποτα που να τεκμηριώνει τις αναφορές για pushbacks» και έδωσε εύσημα στις ελληνικές αρχές γιατί «σε κάθε περιστατικό εντοπισμού παράτυπων μεταναστών, τηρούνται οι νομικές διατάξεις σε όλη τη διάρκεια της επιχείρησης, όπως προβλέπεται από το εθνικό, το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο». Όπως σημείωναν και τα ρεπορτάζ της εποχής, στις Βρυξέλλες οι γνωρίζοντες υποδέχτηκαν το αποτέλεσμα της ελληνικής έρευνας με μειδίαμα.
Επίσης, πέρσι, καλοκαίρι του 2022, έγινε γνωστή η απόφαση του ΕΔΔΑ για ένα από τα τραγικά ναυάγια του προσφυγικού, αυτό το 2015 στο Φαρμακονήσι, όπου από 27 επιβαίνοντες πρόσφυγες σε λέμβο πνίγηκαν οι 11, ανάμεσα τους 5 παιδιά. Τότε ακόμη αυτά τα περιστατικά ήταν ειδήσεις που μεταδίδονταν με πόνο για τις ανείπωτες τραγωδίες στα νερά του Αιγαίου.
Όπως κατήγγειλαν οι 16 επιζώντες που διεκδίκησαν τη δικαστική δικαίωση τους, το ναυάγιο συνέβη ενώ το Λιμενικό ρυμουλκούσε τη βάρκα τους προς τα χωρικά ύδατα της Τουρκίας. Κατήγγειλαν, δηλαδή μια παράνομη επαναπροώθηση. Τότε, το Λιμενικό και η κυβέρνηση επέμειναν σε πολύ υψηλούς τόνους πως δεν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο αλλά, αντιθέτως, ότι προσπαθούσαν να τους διασώσουν. Η υπόθεση τέθηκε βιαστικά στο αρχείο. Και σε όσους διαμαρτύρονταν φορέθηκε η ταμπέλα της «αντικυβερνητικής προπαγάνδας», του «επαγγελματικού ανθρωπισμού» και τα άλλα όμορφα που λέγονται συνήθως.
Η απόφαση του ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελλάδα για δυο παραβίασης του άρθρου 2 της Ευρωπαικής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για το δικαίωμα στη ζωή και μια παραβίαση του άρθρου 3 για την απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης. Όπως σημειώθηκε στην απόφαση, το Δικαστήριο δεν μπορούσε να αποφανθεί εάν έγινε πράγματι απόπειρα επαναπροώθησης από το Λιμενικό. Κι αυτό γιατί δεν του δόθηκαν στοιχεία από τις ελληνικές αρχές.
Το ΕΔΔΑ, συγκεκριμένα, επέρριψε ρητώς ευθύνες στις αρμόδιες αρχές (συμπεριλαμβανομένου του εισαγγελέα του Ναυτοδικείου που είχε αναλάβει την υπόθεση) για την έλλειψη «μιας πλήρους και αποτελεσματικής έρευνας» από την οποία θα προέκυπταν τα στοιχεία για να κρίνει. Ανέφερε επίσης την απουσία σωσιβίων από το σκάφος του Λιμενικού, την καθυστερημένη ενημέρωση του συντονιστικού κέντρου διάσωσης και την καθυστερημένη ειδοποίηση για παρέμβαση, την απουσία εξηγήσεων εκ μέρους της Ελλάδας, τη χρησιμοποίηση διερμηνέα που δεν μιλούσε τη γλώσσα των επιζώντων, την αλλοίωση του περιεχομένου των καταθέσεων, την άρνηση του εισαγγελέα να διερευνήσει την καταγγελία για επαναπροώθηση και πολλά ακόμη, άκρως ντροπιαστικά. Το ΕΔΔΑ, να σημειωθεί, έχει αναγνωρίσει επαναπροωθήσεις σε άλλες αποφάσεις του, καταδικαστικές ή και αθωωτικές, όταν διαπίστωνε ότι υπήρχαν εναλλακτικές νόμιμες οδοί εισόδου στη χώρα. Όπως π.χ. σε πολυσυζητημένη απόφαση κι απολύτως άσχετη με τα δικά μας (παρότι έχει εκ του πονηρού πολλάκις συγκριθεί) απόφαση για τη Μελίγια στην Ισπανία, όπου αθώωσε ομαδική απέλαση γιατί οι προσφεύγοντες δεν κατέθεσαν αίτηση ασύλου, παρότι υπήρχε Γραφείο Υποβολής στα σύνορα.
Τι είναι, αλήθεια, πατριωτικό;
Για να επιστρέψουμε στο σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με αυτές τις πολύ σοβαρές κατηγορίες εις βάρος της, με τη «σφραγίδα» μάλιστα των New York Times, μιας εφημερίδας με πολλά περγαμηνές για τα αποκαλυπτικά ρεπορτάζ της και γνωστή για τους αυστηρούς κανόνες και τις μεθόδους τεκμηρίωσης τους. Η απάντηση του πρωθυπουργού στην Αμανπούρ ήταν καθησυχαστική. Είναι τουλάχιστον, όμως, λυπηρό το ότι, όποιος έχει υπόψιν του το ιστορικό των ερευνών των ελληνικών αρχών σε τέτοιες υποθέσεις, δεν έχει κανένα λόγο να νιώθει βέβαιος ότι αυτή τη φορά το θέμα θα τύχει της προσοχής που του αρμόζει.
Είναι εξαιρετικά παράδοξο δε ότι το επιχείρημα πολλών που αντιδρούν σε τέτοιες συζητήσεις, είναι πως όσοι αναδεικνύουν τέτοιες πρακτικές «δυσφημούν» την πατρίδα μας που είναι μια ευρωπαϊκή δημοκρατία. Γιατί δεν είναι η αλήθεια εχθρός μας. Αυτό που δεν μοιάζει και πολύ πατριωτικό είναι να ντροπιάζουν κάποιοι τη χώρα με πρακτικές σαν αυτές για τις οποίες καταδικαστήκαμε. Και μακάρι να συμφωνήσουμε κάποτε, έστω, σε αυτό.