Έφυγε από την ζωή ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης, ο τελευταίος λυράρης της Λήμνου.

By Αυγούστου 11, 2022
Έφυγε από την ζωή ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης, ο τελευταίος λυράρης της Λήμνου.

«Με λύρας τα πατήματα, με κόρδες του λαγούτου ξελησμονώ τα βάσανα του ψεύτη κόσμου ετούτου».

Έφυγε από την ζωή ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης, ο Πατριάρχης  λυράρης της Λήμνου.

Ο Νάσος Κοτσιναδελλής έκανε την Λήμνο διάσημη στην Ελλάδα άλλα και σε ολόκληρο το κόσμο μέσα από τις χορδές της παραδοσιακής του λύρα. Ενέπνευσε και δίδαξε την τοπική παράδοση σε δεκάδες νέους του νησιού που σήμερα ακολουθούν πιστά τα βήματα του.

Περήφανος για τον τόπο του από τα Τσιμάνδρια της Λήμνου, μετέφερε απλόχερα όπου του ζητούσαν την φιλοξενία, το κέφι και την αυθεντική διάθεση χαρακτηρίζοντας τον αρκετοί ως η ταυτότητα του νησιού.

Η απώλεια του μεγάλη για το νησί και σίγουρα δεν υπάρχει Λημνιός που να μην του λείψει του αγέρωχο ύφος, ήθος και ντομπροσύνη του.

Ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης έφυγε σε ηλικία 93 ετών και η κηδεία του θα γίνει σήμερα στις 18:00 στα Τσιμάνδρια της Λήμνου

Καλό ταξίδι αγαπημένε μας δάσκαλε! 

 

ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΟΤΣΙΝΑΔΕΛΛΗΣ: Ο Πατριάρχης της λημνιάς λύρας. από το Αρχείο μουσικού πολιτισμού βορείου Αιγαίου.

 

Ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης, ξεκίνησε να ασχολείται με τη λύρα από τη νεαρή του ηλικία:
Εγώ τότε ήμουν μικρό παιδάκι ακόμα. Δεν είχα μπει πολύ μέσα στο λούκι, ας πούμε, της μουσικής, γιατί υπήρχε φτώχεια τότε, μεγάλη […]. Εγώ τότες έκλεβα κανένα τσόκαρο της μάνας μου [και] κάρφωνα τρεις βελόνες απάνω [και] πήγαινα σε κανένα άλογο τη νύχτα - είχα και ένα ξάδερφο, ο οποίος και αυτός είχε το μεράκι της λύρας - [και] κλέβαμε λίγες τρίχες και δέναμε ένα δοξάρι και ψευτοπαίζαμε. Μετά έκανα μια κατασκευή με μια λύρα πάλι και κάποτες που ήμουν μικρό παιδάκι έψαχνα και βλέπω μια λύρα μέσα σε ένα ντουλάπι της μάνας μου και λέω ‘Τι είναι αυτό;’ και λέει ‘Αυτό αγορούδ’ μ’ είναι […] την έπαιζε ένας Τούρκος, Ντρεβεζαλής’. Θυμάμαι την λύρα, μια μικρή λύρα ήτανε, την οποία εγώ μόλις την είδα - χαρά μου - την πήρα την δοκίμασα και σιγά - σιγά έπαιζα μόνος μου.
Άρχισε να ασχολείται συστηματικά με τη μουσική μετά την ολοκλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων. Το διάστημα αυτό είχε επιστρέψει στο χωριό Τσιμάνδρια για μόνιμη πλέον εγκατάσταση:
Εγώ λύρα καλή έμαθα μετά που απολύθηκα.
Έκτοτε, η μουσική του διαδρομή υπήρξε πλούσια, ήδη από τη δεκαετία του 1960:
Σε γάμους πάρα πολύ λίγο [πήγαινα], σ’ εκδηλώσεις πολλές […].
Μετά τη γνωριμία του με μέλη του Λυκείου Ελληνίδων και τη δημιουργία του πολιτιστικού συλλόγου των ‘Κεχαγιάδων’ στο χωριό Τσιμάνδρια, στον οποίο ήταν πρόεδρος, ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης αναδείχτηκε σε κομβικό εκπρόσωπο της μουσικής παράδοσης της Λήμνου. Στις εκδηλώσεις στις οποίες συμμετείχε, ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης, έπαιζε μόνος του, με τη λύρα, ή με συνοδεία, κυρίως από λαούτο και τουμπελέκι:
Μόνος μου έπαιζα. Είχα συνηθίσει από τον πατέρα μου, γι’ αυτό, ας πούμε, είχε [η λύρα] δυο συμπαθητικές χορδές, που λίγο βγάζανε περισσότερο ήχο και ακουγόταν καλύτερα […]. […] Εξόν το λαούτο, τίποτα άλλο, και τουμπελέκι. […]. Αυτός λέγεται Παπαδάκης Γιάννης […] από Μύρινα […]. Σε πολλά αυτά, ας πούμε, έχουμε πάει και εντός και εκτός Λήμνου έχουμ’ πάει πολλές φορές [...]. Κι εδώ τώρα κανά 2-3 φορές - δεν μπορεί να ’ρθει αυτός [ο Παπαδάκης] - με συνοδεύει ένα άλλο λαούτο, ένας Αθανάσιος Χαλκ[ι]άς. […] Από Πορτιανού [είναι] και μένει Μύρινα.
Παράλληλη δραστηριότητα για τον ίδιο αποτελούσε η διδασκαλία λύρας σε νέους της Λήμνου. Ο Αχιλλέας Καλτσούνης είναι ένας από τους μαθητές του, που ο ίδιος είχε διακρίνει:
Εγώ είχα δεκαπέντε παιδάκια και τα μάθαινα λύρα, έχω αγοράσει λύρες, έχει αγοράσει [και] το Λύκειο Ελληνίδων εδώ πέρα τρεις λύρες και πηγαίναμ’ και τα μάθαινα τα παιδιά […]. Όσο μπορούσαν ερχόταν και μαθαίναν, γιατί τα παιδιά τα παίρνουν αμέσως […]. Έχω ένα βγάλει, ένα λυράρη καλό […]. Ένας Αχιλλέας λέγεται Καλτσούνης, από το Ρεπανίδι […]. Ερχόταν 15- 20 κορίτσια και αγόρια στη Μύρινα [την περίοδο που δίδασκε], […] ο μόνος που συνέχισε ήταν ο Αχιλλέας […]. Του έκανα, ε, κανά χρόνο - δυο [μαθήματα].
Εκτός από τη λύρα, ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης δίδαξε και παραδοσιακούς χορούς σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ο ίδιος αναφέρει:
Πήγα και έκανα σεμινάριο στην Κατερίνη […]. Με καλέσανε χοροδιδασκάλισες, χοροδιδάσκαλοι - 120 ήταν την πρώτη φορά που πήγα και τους έπαιξα - τους δίδαξα τους χορούς. Είχα και έχω μια βιντεοκασέτα τρομερή που έχουν κάνει στην ΕΡΤ2 και την είχαμ’ στην τηλεόραση και βλέπανε και χορεύανε και μετά χόρεψα και εγώ και με πέρνανε και κάμερες και [ρωτούσαν] ‘Πως; Πως; Πως και πως λέγεται ο κάθε χορός και γιατί λέγεται έτσι’ […]. Ε αυτό δεν είναι πολλά χρόνια που έγινε. Να είναι 5 χρόνια [το 2000-2001]. […] Επίσης, η Καβάλα έχουν σύλλογο εκεί πέρα [οι Λημνιοί] και πηγαίνω και τους μαθαίνω και πιάσαν και χορεύουν καλά.
Για τους συλλόγους της Αθήνας αναφέρει:
Στην Αθήνα που πηγαίνω, προσπαθούνε, έχουν δυο συλλόγους στην Αθήνα που χορεύουν, Λημνιούς, έναν στην Καλλιθέα πάω τακτικά τα παιδιά, ογδόντα χορευταί, κι ο άλλος είναι στον Άλιμο. Αθηναίοι [είναι]. Σύλλογοι που χορεύουν όλους τους χορούς, μεταξύ αυτών και [Λημνιούς]. […] Αθηναϊκοί σύλλογοι. Πάνε στο ‘Παλλάς’ ξέρω ’γω, κάνουν πάρα πολλές αυτές, πολλά φεστιβάλ ας πούμε.
Όπου πάγω εγώ, στην Αμερική στην Αυστραλία, κάνω χορευτικά. Κάθομαι μια εβδομάδα και διδάσκω χορούς […] και παρουσιάζω πρόγραμμα, ας πούμε, χορούς […]. Πήγα Μελβούρνη, δίδαξα χορούς, τους χορέψαμε. Πήγα Σίντνεϊ, το ίδιο. Πήγα Αδελαϊδα […]. Πάγω στην Αμερική 2 φορές. Φτιάχνω χορευτικό 10 άτομα - 12 […]. Πάω στη Νότιο Αφρική, στο Γιοχάνεσμπουργκ. Εκεί το ίδιο πάλι. Πολύς κόσμος διψούσανε. Έχω κάτι βιντεοκασέτες και τις βλέπω και λέγω εγώ έπαιζα και χορεύανε 200 άτομα νησιώτικα και Κεχαγιά και [το] ένα και [το] άλλο και Πάτ[η]μα; […]. [Στην Αφρική πήγα] μόνος μου. [Με καλούσανε] οι σύλλογοι. Οι σύλλογοι των Λημνιών […]. [Εκεί] Κάθομαι μια ’βδομάδα, δέκα μέρες.
Γενικότερα, για τους παλιότερους μουσικούς που θυμάται, επισημαίνει:
Έπαιζε ένας Φάνης Χατζηδημητρίου. Καλό σαντούρι […]. Από τον Κορνό ήτανε αυτός και ήταν παντρεμένος στο χωριό μας εδώ [στα Τσιμάνδρια]. […] Παλιά [έπαιζε], το 1960. Πιο μπροστά όμως, εγώ πιτσιρικάς, είχε έναν - ξένοι ήταν αυτοί - ένας Ζόμπος έπαιζε κλαρίνο […]. Είχε και έναν άλλο Βασιλούδ’ τον λέγανε […]. Απ’ τη Μύρινα κι αυτός, Μικρασιάτης ήτανε […]. Έπαιζε λαούτο […]. Και είχε και έναν πολύ μεγάλο κλαρινιτζή στον Κορνό, Προσκεφαλάς […]. Ήταν και κάποιος Τηλέμαχος [Κατσικάς]. Το πρώτο βιολί της Λήμνου […]. Από το Θάνος […]. Ο Τηλέμαχος ήταν κάτι άλλο. Ήτανε […], μεράκι είχε. Τον θυμάμαι εγώ που έπαιζε το βιολί. Δεν είχε πολλά χρόνια ο άνθρωπος στη ζωή […]. Και είχε και σαντούρια από το Θάνος. Είχε και έναν άλλον από το Πλατύ έπαιζε κλαρίνο, στην Αυστραλία είχε πάει μετά. Είχε, είχε μουσικούς. Ας πούμε, απ’ το Πορτιανού [ήταν] κάποιος Μανόλης Ποριάζης. Έπαιζε καλό βιολί […]. Ο Χρήστος ο Παντζαράς είναι απ’ τους καλούς - καλούς μουσικούς, πολύ καλός, πολύ δυνατό σαντούρι και βιολί, [πήγε] στην Αυστραλία. Και βιολί έπαιζε, αλλά ως επί το πλείστον σαντούρι έπαιζε. Από το Λιβαδοχώρι είχε [τους] Τσαντήδες.
• Σταθερές μουσικές δραστηριότητες στις οποίες συμμετείχε/συμμετέχει
Ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης συμμετείχε περισσότερο σε εκδηλώσεις που διοργανώνονταν εντός και εκτός νησιού. Ο ίδιος αναφέρει:
Σε γάμους πάρα πολύ λίγο [πήγαινα], σ’ εκδηλώσεις πολλές […].
Σταθερή δραστηριότητα για τον ίδιο αποτελούσε η συμμετοχή του σε διασκεδασεις στο ξενοδοχειακό συγκρότητα Έλβετικά’:
Πηγαίναμε και χορεύαμε κάθε Κυριακή στα Ελβετικά. Κάθε Κυριακή πηγαίναμε 6 χορευτές και εγώ. Μας δίνανε από 100 δραχμές και χορεύαμε εκεί πέρα. Λοιπόν, και είχαμε έναν πολύ καλό χορευτή […] Χόρευε ένα χορό που δεν το χόρευε κανένας […]. Μπλιάς [λεγότανε], Μπλιάς Γεώργιος.
• Σημαντικοί σταθμοί και γεγονότα στην επαγγελματική του ζωή ως μουσικός
Ηχογραφημένο υλικό από τη μουσική του Θανάση Κοτσιναδέλλη υπάρχει [και] στις καταγραφές του Σίμωνα Καρρά. Στην ηχογράφηση συμμετείχαν και ο Γιάννης Μηδέλιας, ο Δημήτρης Χατζηχαραλάμπους, ο Δημήτρης Μπόγδανος, ο Τρύφωνας Κατής και ο Γεώργιος Στεφανιδάκης:
Ήρθε ο Καρράς και πήγαμε σ’ ένα χωριό, στην Πλάκα απάνω και τότε γράψαμε ένα δίσκο. Γράψαμε ένα δίσκο, είμαστε όλοι οργανοπαίκτες […]. Στην Πλάκα είχε ένα παλιό σπίτι, ένα παλιό σπιτάκι, τώρα μιλάμε προ 35 χρόνια […]. Εκεί, ήτανε ένας Μηδέλιας Γιάννης, ο οποίος παίζει με τη δικιά μου τη λύρα. Τραγουδάω εγώ. Ήτανε απ’ το χωριό Παναγιά και παραδίπλα είναι και αυτός ο Δημήτρης από το Πεδινό, Χατζηχαραλάμπου, έπαιζε βιολί, πολύ ωραίο βιολί, πάρα πολύ ωραίο βιολί, ήταν ο Γιώργος Στεφανιδάκης […]. Ήτανε [ο] Τζίμης Μπόγδανος, σαντούρι […], έπαιζε καλό σαντούρι […]. Ήταν ο Τρύφωνας Κατής […], μπουζούκι, καλός, κι αυτός έφερε το μπουζούκι στη Λήμνο. Ήταν κι αυτός φτωχόπαιδο εκείνα τα χρόνια […]. Και [όταν] ευκαιρούσε τη νύχτα έπαιζε, έπαιζε, έπαιζε και μέχρι τελευταία [έπαιζε] ωραίο μπουζούκι […]. Μπορεί να είχε και πιο καλοί, να γινήκαν’ πιο καλοί [μετά], αλλά του Τρύφωνα τα πιασίματα ήταν άλλα. Δεν μπορούσαν να τα κάνουν […].
Σήμερα, ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης έχει δημιουργήσει μια αρκετά μεγάλη δισκογραφία:
Εγώ τώρα ότι γράφω - γράφω μουσική, γράφω στίχους, κάθε CD 4-5 τραγούδια δικά μου βάζω μέσα - όλα τα έχω διορθώσει. Έχω έναν καλό μουσικό στην Καβάλα. [και] μόλις θα το γράψω θα πάγω απάνω [εννοεί στην Καβάλα] θα καθίσουμε [και] θα τα βάλουμε στα μέτρα του.
Όπως τόνισε ο ίδιος, έχει ηχογραφήσει σε τέσσερα CD παραδοσιακούς σκοπούς της Λήμνου, τραγούδια δικά του, καθώς και τραγούδια που έπαιζε ο πατέρας του:
«Σε παντέχω, σε παντέχω, νησιώτικο οδοιπορικό». Ηχογράφηση σε studio της Καβάλας. Παίζουν μαζί του οι Σταύρος Τούταλας - Νίκος Τεντίνης [λαούτο], Κυριάκος Γκουβέντας [βιολί], Δημήτρης Τεντίνης [νταρμπούκα / ντέφι].
«Μια βραδιά στη Ταβέρνα του Μερακλή». Ηχογράφηση σε studio της Καβάλας. Παίζουν μαζί του οι Σταύρος Τούταλας - Νίκος Τεντίνης [λαούτο], Δημήτρης Τεντίνης [πλήκτρα].
«Η παράδοση της Λήμνου». Ηχογράφηση σε studio της Καβάλας. Παίζουν μαζί του ο εγγονός του Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης, ο Σταύρος Τούταλας [ούτι], ο Νίκος Τεντίνης [λαούτο], και ο Κωνσταντίνος Παπαπάντος [τουμπερλέκι / νταρμπούκα].
«Η Λήμνος και τα τραγούδια της». Ηχογράφηση σε studio της Αθήνας. Παίζουν μαζί του οι Κώστας Πίτσος [κιθάρα - λαούτο], Άγγελος Δαμίρης [μπάσο], Κώστας Μεϊντανίδης [κρουστά].
• Από πού προμηθευόταν/προμηθεύεται μουσικά όργανα
Για τις λύρες του Αθανασίου Κοτσιναδέλλη αναφέρεται:
Έχω μια καλή λύρα στο σπίτι μου, του μπαμπά μου, από την Αμερική […]. 110 χρονών […]. Βγάζει ωραίο ήχο […]. Όσο παλιό το όργανο τόσο βγάζει […], όσο το παίζεις τόσο θέλεις να παίζεις γιατί σε ευχαριστεί. Κάνεις πράγματα μέσα, βρίσκεις δρόμους, βρίσκεις το ένα βρίσκεις το άλλο […]. Από αυτό [το όργανο] κάνω ηχογραφήσεις. Τη προσέχω σαν τα μάτια μου […]. Παλιά, παλιά έπαιζα με δικές μας λύρες. Διάφορες […]. Έχω πόσες; Καμιά δεκαπενταριά λύρες έχω. […] Έπαιζα με μία κρητικιά, την έχω εδώ πέρα […].
• Τοπικές δράσεις
Ο Αθανάσιος Κοτσιναδέλλης συμμετείχε περισσότερο σε εκδηλώσεις που διοργανώνονταν εντός και εκτός νησιού. Ο ίδιος αναφέρει:
Σε γάμους πάρα πολύ λίγο [πήγαινα], σ’ εκδηλώσεις πολλές […].
• Υπερτοπικές δράσεις
Ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης τα διάστημα που διέμενε στην Αθήνα έπαιζε περιστασιακά λύρα σε χοροεσπερίδες που διοργάνωνε ο σύλλογος των Λημνιών σε κέντρα της πρωτεύουσας:
Ε ψευτοδούλευα εκεί πέρα. Κάνανε οι Λημνιοί τότες χοροεσπερίδες και με καλούσανε […]. Είχε ένα κέντρο λεγότανε ‘Ορφανού’ και είχε και ένα άλλο κέντρο λεγότανε ‘Γρανάδα’ και ήτανε στη Λεωφόρο Αλεξάντρας [και πήγαινα] πότε στο ένα, πότε στο άλλο […]. Και έπαιζα και εγώ λίγο τον Κιαχαγιά, λίγο Πάτημα και κανένα άλλο και διασκέδαζε ο κόσμος και απορώ τι διασκέδαζε; Όμως εκείνοι δώσ’ του και δώσ’ του και δώσ’ του και δώσ’ του […]. Εκεί έμεινα πέντε χρόνια, τέσσερα - πέντε χρόνια [και έπαιζα], ε, όποτε […], κάθε χρόνο, μία φορά το χρόνο και τίποτε άλλο.
Έχει παίξει λύρα σε αρκετές εκδηλώσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Όπως αναφέρει ο ίδιος:
Στην Αθήνα έχει παίξει:
Έπαιξα απάνω στην Ακρόπολη, απάνω στο θέατρο [στο Ηρώδου του Αττικού]. Πήγα και έπαιξα εγώ και χορέψανε Λημνιοί. Είχαν πάει τότες 6 Λημνιοί. Τότες εγώ είχα μικρό σύλλογο, δεν είχα γυναικείο τμήμα, χορευτικό, είχα μόνο 6 άντρες και μας κάλεσε εμάς τότες το Λύκειο Ελληνίδων […]. Το Λύκειο Ελληνίδων των Αθηνών, που η έδρα τους ήταν στο Κολωνάκι και ήρθαν εδώ πέρα 3 κοπελιές, τους έπαιξα, τους τραγούδησα [και] σε 3 μέρες νάτες πάλι με το αεροπλάνο [και μου λέμε], ‘Μωρέ φεύγουμε’ ‘Τι’ ‘Θα πάμε να χορέψουμε απάνω στο …’, και πήγαμε. Δεν είχα συνοδεία. Θέλω να καταλήξω εκεί, ότι έπαιζα μόνο λύρα. Και ήμουνα εγώ μόνον και ο συχωρεμένος ο Κώστας ο Μουντάκης, Κρητικός. Οι δυο μας παίζαμε, αυτός έπαιζε τα Κρητικά και εγώ έπαιζα τα Λημνιά. Και όλους τους άλλους τους χορούς τους παίζανε οι ίδιοι οι μουσικοί γιατί γινότανε εκεί πέρα ένα φεστιβάλ. Και θυμάμαι, με πέταξε μια κουβέντα ο Μουντάκης και μου λέει ‘ Ρε Κοτσιναδέλλη, η λύρα σου νομίζεις ότι παίζουν 20 βιολιά’ τόση ακουστικότητα, χωρίς μικρόφωνα, χωρίς τίποτα […].
Στη Θεσσαλονίκη:
Με καλέσανε […] σε ένα ταξίδι στη Θεσσαλονίκη [και] πάλι πήρα από όλη τη Λήμνο καμιά 20-22 χορευτές. Μας κάλεσε ο σύλλογος Λημνιών της Θεσσαλονίκης […]. Έγινε μέσα στην Έκθεση [αναφέρεται στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης] […]. Μας είχαν μια τεράστια εξέδρα μέσα στην αίθουσα και είχα πάρει και ένα λυράρη, λέγεται Αλέκος Μπαλτεράνος, από το Πορτιανού […]. [Δεκαετία] του 1970 πρέπει να ήτανε […]. Εμείς χορέψαμε ξέρω ’γω 4 χορούς θα έλεγε. Είχα πάρει χορευτές όμως και από τον Κάσπακα, και από το Πλατύ και από το Θάνος, Τσιμάνδρια και από τον Κοντιά […].
Στη Μυτιλήνη:
Πέντε φορές πήγα στη Μυτιλήνη και έπαιξα εγώ. Μυτιλήνη πήγα και έπαιξα στην Απάνω Σκάλα επί Σηφουνάκη, πήγα επί Αλέκου Μαθιέλλη, πήγα στο Πλωμάρι, πήγα και σε ένα παραδοσιακό γάμο στη Πέτρα […]. Με καλέσανε με το χορευτικό […].
Στην Ιταλία:
Το πρώτο ταξίδι που βγήκα και από την Λήμνο και από την Ελλάδα […], με επέλεξε το Υπουργείο Πολιτισμού, ήτανε η Μερκούρη [Μελίνα Μερκούρη]. Επέλεξε από όλη την Ελλάδα τον σύλλογο των ‘Κεχαγιάδων’ και πήγαμε στην Ιταλία, στο Τρεβίζιο και εκεί ήρθαν από όλες τις χώρες από την Ρωσία, από την Αυστρία από την Ρουμανία, Βουλγαρία, όλοι οι σύλλογοι και κάθε βράδυ χορεύαμε, 12 μέρες. Καθίσαμε και 12 μέρες κάναμε σε διάφορες πόλεις χορούς […].
Στην Αυστραλία:
Στην Αυστραλία έχω πάει δύο φορές […]. Την πρώτη φορά πήγα μόνος μου. Με καλέσανε […].
Στη Νότιο Αφρική:
Εγώ στην Αφρική πήγα μόνος μου […]. Εκεί υπάρχουν πάρα πολλοί Λημνιοί. Ο Λημνιός σύλλογος [...]. Εκεί ο σύλλογος με καλούσε εμένα. Δυο φορές στη Νότιο Αφρική […]. Το ’86 πρώτη φορά, και το ’88 δεύτερη φορά.
Στην Αμερική:
Πήγα δυο φορές στην Αμερική. Πάλι οι Λημνιοί με καλέσανε.
Στη Γαλλία:
Στη Γαλλία πήγαμε στο Παρίσι. Πήγαμε στη Γενεύη με όλο το σύλλογο και χορέψαμε […]. Μεγάλο χορευτικό. Από ’κει κι ύστερα, πια γινήκαμε ξέρω ’γω, κάναμε ένα [χορευτικό] είκοσι άτομα, και γυναίκες κι αυτά. Και χαίρεσαι να βλέπεις να χορεύουν τώρα. Χαίρεσαι.
Γενικότερες αναφορές για τις υπερ - τοπικές του δράσει:
Έχω πάει [και] σε όλη την Ελλάδα. Πήγα [και] στη Σύρο. Την πρώτη φορά, πήρα μια κιθάρα μαζί μου, με το σύλλογο μαζί. Πήγαμε σε φεστιβάλ εκεί πέρα, πολλά χορευτικά […]. Τώρα Θεσσαλονίκη πήγα, Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή - στα Ελευθέρια πήγα και κάναμε παρέλαση, ήταν πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης τότες - στο καρναβάλι της Ξάνθης πήγα […]. Καβάλα έχω πάει πάρα πολλές [φορές]. Πηγαίνω δύο φορές τον χρόνο τουλάχιστον. [Πηγαίνω στο] ξεκίνημα της Ανεμότρατας και τις Απόκριες […]. Έχω πάει και τρεις φορές στην Κάσο. Πήγα 3 φορές. Με καλέσανε Κασιώτες.
• Ρεπερτόριο
Στο ρεπερτόριο του, ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης, εκτός από παραδοσιακούς σκοπούς του τόπου, έχει ενσωματώσει και δικά του τραγούδια. Κάποια από αυτά αποτελούν δικές του διασκευές παλιών σκοπών:
Μετά εγώ πλούτισα, ας πούμε, τους χορούς. Έγραψα πολλούς. Τώρα άκουγα μπάλλο και μπάλλο δεν ήξερα. Είχε έναν γέρο και μια γριούλα στον Κοντιά και πήγαινα αρκετές φορές. Πήγα ένα βράδυ [και] ετοιμαζότανε να κοιμηθούνε και λέγω ‘Κάντε με τη χάρη να θυμηθείτε λιγάκι πως χορεύονταν, πως; Λίγο θέλω, δεν θέλω πολύ, εγώ θα το βρω, λέγω’, ‘Ε να έτσι λέει κάναμ’, έτσι κάναμ’. Σηκώθηκε η γριά, σηκώθηκε και εκείνος ο καημένος λιγάκι κι από εκεί ξεκίνησα κι έγραψα και τον μπάλο. Τον έβαλα φιγούρες αρκετές, τον έδωσα ρυθμούς, τον έδωσα στιχάκια. […] Το κάθε τραγούδι, το δικό μου, έχει το Λημνιό χρώμα. Λέμε τώρα [για παράδειγμα] ‘σε παντέχω’, [απαντέχω - αναφέρεται στον τίτλο που έχει ένα από τα CD του] […]. Ορισμένες λέξεις πρέπει να λέγονται έτσι [όπως λέγονται, δηλαδή, στη Λήμνο].
Μιλώντας ο ίδιος για τη διαδικασία διασκευής παλιών σκοπών ή τραγουδιών, αναφέρει:
Τότες είχε πιο πολλές κοπέλες -τώρα έχουν πολλά αγόρια- γι’ αυτό έβγαλα το τραγουδάκι ‘Τα Τσιμαντριγιανά Κορίτσια’ και λέει: ‘Τα Τσιμαντριγιανά κορίτσια στείλανε αναφορά, στον παπά και στον δεσπότη και γυρεύουν παντρειά’ […]. Αυτό το τραγούδι που λέει ‘Καλώς ανταμωθήκαμε’, αυτό είναι πολύ ωραίο! Εγώ το ’χω φτιάξ’ […]. Τώρα έχω γράψ’ εγώ κι άλλο ‘Χαμένες μας πατρίδες μας, αμάν, αμάν, αχ αμάν ….[…].
Για το μοιρολόι της Παναγιάς επισημαίνει:
Έχω εγώ ένα πάρα πολύ ωραίο μοιρολόι […]. Με τη λύρα [το παίζω]. […] Πολύ ωραίο, βυζαντινό, πολύ όμορφο είναι. Το λέγω τη Μεγάλη Παρασκευή αυτό, με μια γυναίκα […]. Τι γίνεται όμως; [...] Τα λόγια πιστεύω ότι λίγ’ διαφορά έχουνε, αλλά έχουμε σκοπό ωραίο - βυζαντινό - και το λέγω, ας πούμε, με μια γυναίκα, μια είναι από ’δω πέρα, που είναι στη Μύρινα, την Αλέκα [Αλέκα Προσκεφαλά] που ’ναι ψάλτης, έχει ωραία φωνή αυτή […]. Το έχουμε πει εμείς στον Ηλία τον Κότσαλη [ιδιοκτήτης του ραδιοφωνικού σταθμού ‘Ράδιο Άλφα’ στη Μύρινα] και το βάζει την ημέρα αυτή […]. Και ξέρ’ς τώρα, η γυναικεία φωνή που μπαίνει και η λύρα [μαζί] βγαίνει ένα πράμα, δεν σου λέω τίποτα […].
Τέλος, για το τραγούδι ‘του Ψυρούκη’:
Έχω ένα που έχει σχέση με τους Τούρκους [...]. Υπήρχε το τραγουδάκ’ αυτό και το ’φτιαξα εγώ σωστό […]. Έφτιαξα τη μουσική, δεν έβγαινε [αλλιώς] και έφτιαξα και τα στιχάκια λιγάκι, γιατί τα στιχάκια […] υπήρχε μια βάση, υπήρχε η βάση, αλλά λείπαν πολλά από μέσα […]. Ήταν ένας αρχιληστής στην Τένεδο, στην Ίμβρο και στην Λήμνο […]. Είχε δυο ονόματα ‘Ψυρούκης’ και ‘Δερμάνης’. Τον σκοτώσαν οι Τούρκοι αυτόν, τον σκοτώσαν και έμεινε η ονομασία ‘Ψυρούκης’[…]. Έχω γράψει ακόμα και [για την] απελευθέρωση του νησιού μας […]. Υπήρχε [το τραγούδι], υπήρχαν ένας - δυο στίχοι που άκουγα τότε τις γυναίκες από παιδάκι - τώρα να ’μουν 7-8 χρονών - που τραγουδούσαν. Τότε πηγαίναν και θερίζανε και άκουγα. Είχε κανά δυο που είχαν κάτι φωνές πω, πω. Ιδίως το βραδάκι που έπεφτε ο ήλιος, αυτές το ρίχνανε στο τραγούδι και λέγανε διάφορα τραγούδια, διάφορα, ας πούμε, τραγούδια τα οποία έχω πάρει δυο - τρία.
Ο Θανάσης Κοτσιναδέλλης, στο πλαίσιο της αναβίωσης των παλιών μουσικών πρακτικών, τραγουδά συχνά και αυτοσχέδιους στίχους, τις λεγόμενες ‘μπατζινάδες’. Το θεματικό τους περιεχόμενο προσαρμοζόταν κάθε φορά στις περιστάσεις κάθε εκδήλωσης:
Εμείς τα λέμε μπατζινάδες. Έτσι τα λέμε εμείς […]. Αλλά, τώρα δεν υπάρχουν, ουδείς [για να φτιάχνει στιχάκια]. […] Εγώ φτιάχνω στιχάκια. Έχω ένα σκοπό τον οποίο όπου πάγω, ας πούμε, φτιάχνω στίχους ανάλογα το μέρος […]. Στις εκδηλώσεις, στη Μυτιλήνη, στην Επάνω Σκάλα, [στο] Πλωμάρι, [στην] Πέτρα, άλλος στίχος. Πέρσι ήμασταν στην Πάρο και έκανα άλλο στιχάκι για την Πάρο […]. Τους φτιάχνω [τους στίχους] και εκείνη τη στιγμή [που τραγουδώ] και λίγο πιο μπροστά
. Ενδεικτικά αναφέρονται κάποιες από τις «μπατζινάδες» του Θανάση Κοτσιναδέλλη:
Τον έναν στίχο θα σας πω φοβούμαι μη τα χάσω
μα θα τα πω όπως μπορώ για να μην τα ξεχάσω
απόψε οι λυράρηδες θα πούμε μαντινάδα
να μας ακούει η Κρήτη μας και όλη η Ελλάδα.
(από εκδήλωση στη Κρήτη -
τέλη της δεκαετίας του 1990
αρχές του 2000)
Η Λήμνος είναι όμορφη, η Λήμνος είναι ωραία
λίγο που είναι μακριά στο σύρε και στο έλα
πέντε βαπόρια ο κύριος έπαρχος βάζει εδώ και τώρα
και θα ’ρχεστε στη Λήμνο μας περίπου σε μια ώρα.
(από εκδήλωση στην Πολιόχνη Λήμνου -
αρχές της δεκαετίας του 1990)
Έχω γυναίκα μάλαμα, γι’ αυτό και την καυχιέμαι,
που με κρατάει το μαγαζί, κι εγώ με τη λύρα λιέμαι [γυρίζω].
(μπατζινάδα για τη σύζυγό του Δέσποινα)
• Κρίσεις για άλλους μουσικούς
Για τις μουσικές επιδόσεις του πατέρα του αναφέρει:
Παίζαν πάρα πολλοί λύρα, αλλά λίγο. Ο πατέρας μου εξελίχθηκε, γιατί τον πέρνανε στα πανηγύρια, στους γάμους και εξελίχθηκε. Είχε και καλό όργανο και όσο καλό όργανο έχεις, τόσο γλυκά παίζεις, τόσο το όργανο σε κάνει κέφι να παίξεις και να τραγουδήσεις και να βρεις και πολλά πράγματα μέσα.

 

ΠΗΓΗ

 

Rate this item
(0 votes)